Το ζήτημα της ασφάλειας στο Κυπριακό:Στρατηγικές επιπτώσεις/ The security question of the Cyprus Problem:Strategic implications

(ENGLISH TEXT ) Το ζήτημα της ασφάλειας είναι πολύ βαθύτερο από το πρόβλημα των εγγυήσεων και της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων μετά τη λύση. Πέρα από την ασφάλεια των δύο κοινοτήτων, το ζήτημα υπονομεύει τις στρατηγικές  ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή καθώς και  το σταθεροποιητικό ρόλο της Κύπρου στην περιοχή.

  

Το ζήτημα της ασφάλειας στο Κυπριακό:

 

Στρατηγικές επιπτώσεις

  


 

  

Πέτρος Σαββίδης* 

 

Eνώ το θέμα της ασφάλειας στο Κυπριακό είναι ένα θεμελιώδες ζήτημα που αφορά το στρατηγικό μέλλον του νησιού και την υπαρξιακή πορεία των κατοίκων του, η προσέγγισή του ως συνηθισμένου στοιχείου της διαδικασίας των συνομιλιών είναι υπεραπλουστευμένη και επικίνδυνη· απειλώντας, σε περίπτωση πρόχειρης ή βεβιασμένης λύσης, όχι μόνο την αποσύνθεση και κατάρρευση μιας μελλοντικής Ομοσπονδιακής Κυπριακής Δημοκρατίας (ΟΚΔ) αλλά και την ανατροπή του υφιστάμενου συστήματος ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο, η σημασία του οποίου έχει αυξηθεί κατακόρυφα την τελευταία δεκαετία ως αποτέλεσμα του καταστροφικού χάους στη Μέση Ανατολή. Σε αντίθεση με τις τοπικές αντιλήψεις, που συνεπακόλουθα διαμορφώνουν τις ξένες εκτιμήσεις, το ζήτημα της ασφάλειας είναι πολύ βαθύτερο από το επίμαχο θέμα των τουρκικών εγγυήσεων και της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων μετά τη λύση, σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ. Αφού πέρα από την ασφάλεια των δύο κοινοτήτων, το ζήτημα υπονομεύει την εύθραυστη στρατηγική ισορροπία Ελλάδας-Τουρκίας, ανατρέπει το σταθεροποιητικό ρόλο της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ) στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή – συμπεριλαμβανομένων και των ισοζυγισμένων σχέσεων της με την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα και τη δημιουργική της συνεργασία με το Ισραήλ αλλά και με την Αίγυπτο, την Ιορδανία, το Λίβανο και τους Παλαιστινίους – και εκμηδενίζει τον ρόλο του Κύπρου ως προμαχώνα ασφαλείας της ΕΕ στην ασταθή περιοχή. Καταλήγοντας τελικά, μετά την εξαφάνιση της μικρής και δημοκρατικής ΚΔ από την γεωστρατηγική εξίσωση της περιοχής, στην ανάληψη της στρατηγικής ηγεμονίας της Ανατολικής Μεσογείου από την Τουρκία, η αναθεωρητική πολιτική της οποίας – υπό τις διακυμαινομένες σχέσεις της με την Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, τη Μόσχα και την Ιερουσαλήμ – θα κυριαρχήσει επί της υφιστάμενης εύθραυστης ισορροπίας στην περιοχή εις βάρος των πολλαπλών ευαίσθητων περιφερειακών συμφερόντων. 

 

Ο στρατηγικός έλεγχος του νησιού 

 

Ίσως ο πυρήνας των μακροπρόθεσμων στρατηγικών βλέψεων της Τουρκίας για την Κύπρο να εκφράζεται στο Στρατηγικό Βάθος  (2001) του καθηγητή Αχμέτ Νταβούτογλου: 

ToΚυπριακό Ζήτημα δεν είναι ούτε κανονική τουρκοελληνική εθνική διαφορά ούτε μια απλή τουρκοελληνική ένταση. [...] η σημασία της γεωγραφικής θέσης του νησιού από γεωστρατηγική οπτική. Αυτός ο άξονας είναι καθοριστικής σημασίας, ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που υπάρχει εκεί. Ακόμη και αν δεν υπήρχε ούτε ένας Μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρήσει ένα Κυπριακό Ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να παραμείνει αδιάφορη μπροστά σε τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου.

 

Image result for turkish FORCES IN CYPRUS Η Τουρκία, όχι μόνο πέτυχε να διατηρεί, αλλά κατόρθωσε να επιβάλει και να να χειραγαγωγεί ένα Κυπριακό Πρόβλημα. Από την επίσημη υιοθέτηση της διχοτόμησης (Taksim) στις εκθέσεις Νιχάτ Ερίμ το 1956, η Άγκυρα, με την αθέατη υποκίνηση των Βρετανών κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ τη δεκαετία του 1950 και τις μηχανορραφίες της Ουάσιγκτον με την Ελληνική χούντα τις δεκαετίες του 1960 και 1970, πέτυχε να χρησιμοποιεί τους Τουρκοκύπριους (ΤΚ) στο νησί – οι οποίοι ευχαρίστως αποδέχθηκαν και εξακολουθούν να υπηρετούν το ρόλο – ως στρατηγική μειονότητα για την επίτευξη των επιδιώξεών της στην Ανατολική Μεσόγειο: το στρατηγικό έλεγχο της Κύπρου. Το Λονδίνο, και σιωπηλά η Ουάσιγκτον, έχοντας εξασφαλίσει τη στρατηγική χρήση του νησιού διαμέσου των κυριάρχων βρετανικών βάσεων (SBAs), θεωρούσαν τη δεσμευμένη ανεξαρτησία της νεοσυσταθείσας Κυπριακής Δημοκρατίας ως ήσσονος σημασίας συγκριτικά με την θεώρηση υψηλής στρατηγικής για τη γεωστρατηγική αξία της Τουρκίας στα πλαίσια του Ψυχρού Πόλεμου. Το βολικό πρόσχημα του χουντικού πραξικοπήματος εναντίον του Μακάριου μετά από μια μακρά ενδοελληνική σύγκρουση μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας – με τη σιωπηλή συναίνεση της Ουάσιγκτον, του Λονδίνου και της Μόσχας κατά τη κυπριακή κρίση του 1974 – ενθάρρυνε την τουρκική εισβολή η οποία οδήγησε στη στρατιωτική διχοτόμηση.

 

            Παρά την αποτυχία των επίμονων προσπαθειών της Άγκυρας για τη διεθνή αναγνώριση της παράνομης ‘Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου’ (‘ΤΔΒΚ’), η μετατροπή των κατεχόμενων εδαφών της Δημοκρατίας σε ‘μία από τις πλέον στρατιωτικοποιημένες περιοχές του κόσμου’, και η σημερινή παρουσία 35,000 τουρκικών στρατευμάτων, διατήρησαν τον διαχωρισμό και ενθάρρυναν την απομόνωση της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, η οποία μετατράπηκε η ίδια σε μειονότητα, ως αποτέλεσμα του μηχανισμού δημογραφικής αλλοίωσης που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα στα κατεχόμενα. Την τελευταία δεκαετία η Τουρκία, έχοντας κατανοήσει την αδυναμία αποδοχής των ακραίων διαπραγματευτικών της απαιτήσεών, προχώρησε σιωπηλά σε κινήσεις επί του εδάφους για την εφαρμογή του Σχεδίου Β, δημιουργώντας ένα στρατηγικό τετελεσμένο για τους Ελληνοκύπριους (ΕΚ): είτε να αποδεχθούν μια διχοτομική λύση δύο κρατών τώρα ή να υπομένουν τη σταδιακή ενσωμάτωση των κατεχόμενων στην Τουρκία τα επόμενα χρόνια. 

            Η λύση που προτείνει η Άγκυρα εμπεριέχει πολλαπλά διχοτομικά στοιχεία και εποικοδομητικές ασάφειες οι οποίες ισοδυναμούν με συμφωνημένη διχοτόμηση: μεταξύ αυτών, η κατάλυση παρά η συνταγματική μετεξέλιξη της ΚΔ, η αναγνώριση της ‘ΤΔΒΚ’ ως ιδρυτικού κράτους, μια συνομοσπονδιακή δομή δυο κρατών κάτω από χαλαρή ομοσπονδία, τουρκικές εγγυήσεις, τουρκική στρατιωτική παρουσία στο νησί, τη διχοτόμηση του εκτεταμένου FIRΛευκωσίας, και αδιευκρίνιστη δικαιοδοσία σχετικά με την περιοχή έρευνας-διάσωσης της Κύπρου η οποία κυριαρχεί στην Ανατολική Μεσόγειο, 36 χλμ. από τις ακτές της Χαϊφας, καλύπτοντας το μεγαλύτερο τμήμα της Ισραηλινής ΑΟΖ. Παράλληλα, η προετοιμασία της Άγκυρας για την εναλλακτική εφαρμογή του Σχεδίου Β΄ επικεντρώθηκε σε συγκεκριμένα κινήσεις: α) την Ισμαλομοποίηση των κατεχόμενων εδαφών, β) την ενθάρρυνση τουρκικών επενδύσεων στην ‘ΤΔΒΚ’, γ) τον έλεγχο των ΤΚ εγκαταστάσεων κοινής ωφελείας από τουρκικές εταιρείες διαμέσου υποχρεωτικής ιδιωτικοποίησης, δ) τον έλεγχο των ΤΚ υποθέσεων στα κατεχόμενα (τουρκική πρεσβεία, γραφείο συντονισμού, διορισμός Τούρκων διευθυντών σε ΤΚ οργανισμούς, κοκ), και ε) την ρύθμιση της τουρκοκυπριακής πολιτικής συμπεριφοράς διαμέσου του ελέγχου της παροχής τουρκικών οικονομικών πόρων στη ‘ΤΔΒΚ’ και τους ΤΚ συνταξιούχους και κυβερνητικούς υπαλλήλους.

 

Τουρκικές εγγυήσεις και παραμονή στρατευμάτων μετά τη λύση

 

Image result for turkish FORCES IN CYPRUS Σήμερα, υπάρχουν δύο τύποι εγγυήσεων που επισκιάζουν τη διαδικασία των συνομιλιών. Ο πρώτος αφορά την προσπάθεια της ΚΔ να εξασφαλίσει διεθνείς εγγυήσεις για την εφαρμογή των προνοιών μιας συμφωνημένης λύσης. Παρά το γεγονός ότι οι ενδοκυπριακές συνομιλίες διεξάγονται, από τον Ιούνιο του 1968, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, ο διεθνής οργανισμός, όπως και η ΕΕ, ενώ ενθαρρύνουν και ασκούν πίεση για επίλυση του Κυπριακού, εμφανίζονται απρόθυμοι να εγγυηθούν την ομαλή και απρόσκοπτη εφαρμογή της λύσης. Ο δεύτερος σχετίζεται με την απαίτηση της Άγκυρας για στρατιωτικές εγγυήσεις και την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στο νησί μετά τη λύση. 

 

Οι ΤΚ ενισχύουν τις απαιτήσεις της Άγκυρας, για τουρκικά στρατεύματα και εγγυήσεις, προβάλλοντας ως επιχείρημα τις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963-64 και την κατάσταση της μειονότητας μετά την (αυτό)απομόνωσή της σε θύλακες (1963-1974). Το επιχείρημα όμως της υποτιθέμενης θυματοποίησης της ΤΚ κοινότητας αποσιωπά εντέχνως κρίσιμες λεπτομέρειες της ιστορικής αλήθειας. Ότι την άνοιξη 1958 η Άγκυρα ανέθεσε στη SeferberlikTektikKurulu(STK) [μετέπειτα Γραφείο Ειδικού Πολέμου] των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, τη μυστική, παραστρατιωτική προετοιμασία της τουρκοκυπριακής μειονότητας, όταν το νησί ήταν ακόμη βρετανική αποικία. Ότι τον Άυγουστο 1958 ιδρύθηκε μυστικά στην Κύπρο η TurkMukavementTeskilati (TMT) [Tουρκική Αντιστασιακή Οργάνωση], σύμφωνα με το KibrisIstirdatProjesi (KIP) [Σχέδιο Επανάκτησης Κύπρου], κάτω από τον απόλυτο έλεγχο της Άγκυρας. Η οποία, μέχρι την Κυπριακή Ανεξαρτησία του 1960,  οργάνωσε, διαμέσου της μυστικής εισαγωγής οπλισμού, της εκπαίδευσης 1000 ΤΚ στην Τουρκία, και της κρυφής αποστολής Τούρκων αξιωματικών στο νησί, μια υπόγεια παραστρατιωτική οργάνωση 10,000 εκπαιδευμένων και εξοπλισμένων Τουρκοκυπρίων. Αποκρύβεται επίσης το απόρρητο ΤΚ έγγραφο της 14ης Σεπτεμβρίου 1963 με τίτλο ‘Μία γρήγορη ματιά στη γενική πολιτική της Τουρκικής κοινότητας όσο αφορά το μέλλον της Δημοκρατίας με αφορμή τη συμπλήρωση τριών ετών από την ίδρυση της Δημοκρατίας’, το οποίο υπογράφεται από τον Δρ. Φαζίλ Κουτσίουκ (τότε αντιπρόεδρο της ΚΔ) και τον Ραούφ Ντενκτάς (τότε πρόεδρο της Τουρκικής Κοινωνικής Συνελεύσεως). Το μυστικό έγγραφο παρουσιάζει την προσχεδιασμένη τουρκοκυπριακή στρατηγική για τη δημιουργία αυτόνομων θυλάκων ‘στην περίπτωση που οι Έλληνες [εννοώντας τους ΕΚ] καταργήσουν επίσημα ή προσπαθήσουν να τροποποιήσουν’ το Σύνταγμα, όπου τονίζεται ότι σε τέτοια περίπτωση ‘υπάρχει ένα μόνο πράγμα που μπορεί η τουρκική κοινότητα να πράξει· να πάρει τις μοίρες της στα χέρια της και να εγκαθιδρύσει μια [τουρκική] Κυπριακή Δημοκρατία έκτος των Συμφωνιών της Ζυρίχης’. Το τουρκοκυπριακό σχέδιο οκτώ σταδίων προέβλεπε την μονομερή ίδρυση ενός ΤΚ μορφώματος στο νησί (στάδιο 1), δηλαδή ενός παράνομου ΤΚ κρατιδίου εντός του συνταγματικού κράτους της ΚΔ, ‘ακολουθούμενο από την επέμβαση της μητέρας πατρίδας μας [Τουρκία]’ (στάδιο 3). Επίσης προέβλεπε ότι οι ΤΚ που θα εγκατέλειπαν τις θέσεις τους στη διακοινοτική ΚΔ, θα στελέχωναν την νέα ΤΚ κυβέρνηση υπό τον Δρ. Κουτσίουκ, το νέο κοινοβούλιο και την νέα δημόσια υπηρεσία (στάδια 1, 4 και 8). Το μυστικό έγγραφο κατέληγε: ‘όταν ο [ένοπλος] αγώνας αρχίσει, η τουρκική κοινότητα, η οποία είναι διασκορπισμένη σε ολόκληρο το νησί, θα πρέπει να συγκεντρωθεί διά της βίας σε μια περιοχή και να αναγκαστεί να την υπερασπιστεί’ (στάδιο 7).

 

Οι Ελληνοκύπριοι, έχοντας βιώσει πικρά την τουρκική κατοχή του βορείου μέρους του νησιού κατά τη τουρκική εισβολή του 1974, η οποία διενεργήθηκε με το πρόσχημα του Άρθρου 4 της Συνθήκης Εγγύησης, αρνούνται να αποδεχθούν τουρκικές εγγυήσεις και την παρουσία στρατευμάτων. Η Άγκυρα προσπάθησε να απαλύνει τις επιπτώσεις των δύο αμφιλεγόμενων ζητημάτων, προτείνοντας πονηρά μισές εγγυήσεις για το ΤΚ κρατίδιο και την στάθμευση τουρκικών στρατευμάτων σε στρατιωτική βάση. Η Λευκωσία απορρίπτει τις τουρκικές εγγυήσεις και τα στρατεύματα, υπογραμμίζοντας ότι οποιεσδήποτε εγγυήσεις υποσκάπτουν την ανεξαρτησία και την οντότητα του προτεινόμενου ομοσπονδιακού κράτους, ειδικά από μια κατοχική δύναμη, μη μέλος της ΕΕ, για ένα μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ.

 

            Οι άλλες δύο εγγυήτριες δυνάμεις διαφοροποίησαν τις θέσεις τους από την Άγκυρα. Η Αθήνα ξεκαθάρισε ότι θεωρεί οποιοδήποτε είδος εγγύησης ως αναχρονιστικό και ξεπερασμένο και ότι δεν ενδιαφέρεται να συμμετέχει σε σύστημα εγγυήσεων. Το Λονδίνο, επανέλαβε την θέση του για τη συνέχιση της κυριαρχίας του επί των βρετανικών βάσεων, με την εξαίρεση ορισμένων περιοχών που θα επιστραφούν στο ομοσπονδιακό κράτος, και επιδίωξε να εξαιρέσει τον εαυτό του από την ευθύνη των εγγυήσεων· υπονοώντας διακριτικά ότι μπορεί να συζητήσει το θέμα μόνο αν τα μέρη (πληθυντικός) το ζητήσουν. Κατά περίεργο τρόπο, η επιλεκτική επίκληση της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης και της Συνθήκης Εγγύησεως του 1960, από τη Βρετανία και τη Τουρκία, δεν περιλαμβάνει το ζωτικό ζήτημα της ύπαρξης (διατήρησης) της ΚΔ· δηλαδή υποστηρίζεται η διάλυση της ΚΔ, βάσει της οποίας προέκυψαν οι βάσεις και οι εγγυήσεις, αλλά δεν υιοθετείται ταυτόχρονα η διάλυση των βρετανικών βάσεων και η εγκατάλειψη των τουρκικών εγγυήσεων.

 

Με εξαίρεση το Παρίσι και τη Μόσχα, και τις πρόσφατες δηλώσεις της Φεντερίκα Μοντερίνι, η τουρκική απαίτηση για τη διάλυση αντί την μετεξέλιξη της ΚΔ, γίνεται σιωπηλά αποδεκτή από το Λονδίνο, την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες, οι οποίοι αφήνουν στη τύχη το κρίσιμο ζήτημα του μέλλοντος της ΚΔ.

 

            Λαμβάνοντας υπ’ όψη την προβληματική πορεία της ΕΕ, όπως και την επιλεκτική ουδετερότητα των ΗΕ, η ΚΔ μπορεί, αντιπροτείνοντας, να ζητήσει εγγυήσεις για την απρόσκοπτη εφαρμογή μιας συμφωνημένης λύσης και την αδέσμευτη κυριαρχία και ανεξαρτησία ενός κυπριακού ομοσπονδιακού κράτους, από τις κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών. Φυσικά, για να έχει οποιαδήποτε ουσία και νόημα μια τέτοια εγγύηση, αυτή θα πρέπει να εγκριθεί από το βρετανικό Κοινοβούλιο και το αμερικανικό Κογκρέσο ούτως ώστε αυτά να είναι υπόλογα στο βρετανικό και αμερικανικό λαό.

 

Ο σταθεροποιητικός ρόλος της Κυπριακής Δημοκρατίας      

 Image result for Turkey and greece eastern mediterranean security Παρά το περιορισμένο μέγεθος της επικράτειάς της, η ΚΔ, από την ένταξή της στην ΕΕ το 2004, προβάλλει τις πολιτικές αρχές των Βρυξελλών στην Ανατολική Μεσόγειο, διαδραματίζοντας το ρόλο ενός διακριτικού ισορροπιστή μεταξύ διεθνών και περιφερειακών συμφερόντων. Περιφερειακά, η ΚΔ έχει αναπτυχθεί σε ένα σταθεροποιητικό παράγοντα προώθησης πολυμερών συνεργασιών και διμερών συμφωνιών με γειτονικά κράτη, σε ζωτικά γεωπολιτικά ζητήματα όπως η οριοθέτηση των ΑΟΖ, η ασφάλεια και η ενέργεια· πρωτοβουλίες που στέρησαν από την Άγκυρα τον σημαντικό αυτό ρόλο και εντατικοποίησαν τις προσπάθειές της για απόαναγνώρηση της ΚΔ. Οι στενοί της δεσμοί με την Ελλάδα και οι φιλικές της σχέσεις με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τον Λίβανο, την Ιορδανία και τους Παλαιστινίους, έχουν πολλαπλασιάσει τα επίπεδα περιφερειακής συνεργασίας, δημιουργώντας ένα πλαίσιο σταθερότητας και περιφερειακής κατανόησης στην Ανατολική Μεσόγειο. 

            Η Λευκωσία, παραδοσιακός φίλος της Μόσχας, αποδέκτης ρωσικής υποστήριξης στα Ηνωμένα Έθνη και – λόγω του βρετανικού και αμερικανικού εμπάρκο όπλων – χρήστης σύγχρονων ρωσικών οπλικών συστημάτων, προσπαθεί να διευκολύνει τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή χωρίς να απειλήσει αυτά της Δύσης. Παρά τις  στενές κυπρο-ρωσσικές σχέσεις, η Λευκωσία, κάτω από πίεση, αρνήθηκε να παραχωρήσει ειδικές ναυτικές διευκολύνσεις στο Ρωσικό Ναυτικό και περιόρισε τις προσγειώσεις αεροσκαφών της Ρωσικής Αεροπορίας μόνο για ανθρωπιστικές επιχειρήσεις και σε περιπτώσεις ανάγκης. Παράλληλα, το ψήφισμα της κυπριακής Βουλής της 7ης Ιουλίου εναντίον της επιβολής κυρώσεων κατά της Ρωσίας είχε ως στόχο την πολιτική απαύλυνση των επιπτώσεων από την απόφαση της Λευκωσίας να διακόψει την παροχή ζωτικής υπηρεσίας για τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή, μετά την παρέμβαση της Δύσης.

 

Tην ίδια ώρα, η ΚΔ, εκμεταλλευόμενη το κενό στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις, επένδυσε στις πολιτικές και ενεργειακές της σχέσεις με την Ιερουσαλήμ, και σε ευαίσθητους τομείς όπως η στρατιωτική συνεργασία, η ασφάλεια και οι πληροφορίες. Η συμμετοχή του Ισραηλινού Ναυτικού σε ασκήσεις έρευνας-διάσωσης SAREX, σύντομα επεκτάθηκε σε ασκήσεις καταστολής εχθρικής αεράμυνας SEADκαι αεροπορικών επιχειρήσεων με την ονομασία ΟΝΗΣΙΛΟΣ-ΓΕΔΕΩΝ, μεταξύ της Ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας και της ΕΦ, όπως και σε ασκήσεις έρευνας διάσωσης μάχης CSARστο κυπριακό έδαφος. Η πρόσφατη απόφαση για την αγορά περιπολικού ανοικτής θάλασσας από το Ισραήλ είναι ακόμη μια ένδειξη της εξελισσόμενης συνεργασίας μεταξύ των δύο γειτονικών κρατών.

 

Τα τελευταία χρόνια, η εμφανής αλλά και η αθέατη συνεργασία με την Ουάσιγκτον έχει αυξηθεί σημαντικά. Πέρα από το αμερικανικό ενδιαφέρον και την παρουσία αεροσκαφών ναυτικής επιτήρησης και πλοίων του 6ου Στόλου στην κυπριακή ΑΟΖ, η θετική στάση της Λευκωσίας έναντι αμερικανικών αιτημάτων σε θέματα ασφάλειας και αντιτρομοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο, και η θετική ανταπόκριση και συμβολή της ΚΔ σε εμπιστευτικά αμερικανικά αιτήματα για ευαίσθητα στρατιωτικά ζητήματα στη Μέση Ανατολή, εκτιμήθηκε από την Ουάσιγκτον· η δε δήλωση του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζο Μπαϊντεν περί στρατηγικού εταίρου δεν πρέπει να θεωρείται άσχετη με τη διακριτική συνεργασία που έχει αναπτυχθεί. Παράλληλα, χωρίς άρση των περιορισμών πώλησης οπλικών συστημάτων στην Κύπρο, οι ΗΠΑ ενίσχυσαν τη συνεργασία τους με την ΚΔ σε ζητήματα ασφάλειας, πληροφοριών και τρομοκρατίας. Για πρώτη φορά αξιωματικοί της ΕΦ προσκλήθηκαν να φοιτήσουν σε ειδικά στρατιωτικά προγράμματα στο εξωτερικό, ενώ πλοία του 6ου Στόλου συμμετέχουν σε κοινές ασκήσεις έρευνας-διάσωσης (SAREX) CYPUSAυπό τον έλεγχο του Kέντρου Συντονισμού Έρευνας-Διάσωσης Λάρνακας.

 

            Παρόμοια ανοίγματα προς τη Λευκωσία ενθαρρύνθηκαν και από το Λονδίνο. Χαλαρώνοντας τους περιορισμούς εξαγωγής όπλων προς την Κύπρο, επέτρεψε την πώληση όπλων ελευθέρων σκοπευτών AccuracyInternational, ενώ μια πλήρης υποτροφία έχει χορηγηθεί σε αξιωματικό της ΕΦ για το Βασιλικό Κολέγιο Αμυντικών Μελετών RCDSστο Λονδίνο από το Βρετανικό Υπουργείο Άμυνας. Πέραν των κοινών ασκήσεων έρευνας-διάσωσης (SAREX) CYPUK, η Βρετανία, πονηρά σκεπτόμενη, εξέφρασε το ενδιαφέρον της για συμμετοχή στην κοινή κυπροϊσραηλινή άσκηση ONHΣΙΛΟΣ-ΓΕΔΕΩΝ και πρότεινε την ανταλλαγή της εικόνας της αεροπορικής κατάστασης των δικών της ραντάρ αεράμυνας στο Ακρωτήρι και τον Όλυμπο με αυτή των ραντάρ της ΕΦ. Τέλος, τον Φεβρουάριο και τον Σεπτέμβριο 2016, μοίρες των επίλεκτων συνταγμάτων 22 SASκαι SBSτων Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων διεξήγαγαν άσκηση αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων σε κυπριακό έδαφος, στη παρουσία επίλεκτων στοιχείων της ΕΦ, υπό την επωνυμία ΧΑΜΑΙΛΕΩΝ.

 

            Η μη απειλητική παρουσία της ΚΔ στη στρατηγική Ανατολική Μεσόγειο και η προθυμία της να συνεισφέρει εποικοδομητικά σε ζητήματα περιφερειακής ασφάλειας και να συνεργαστεί, με τις μεγάλες δυνάμεις και τα περιφερειακά κράτη, για τη σταθερότητα στην περιοχή έχει καταγραφεί από τη Δύση. Κατά πόσο όμως έχει αναγνωρισθεί ότι, στη σύγχρονη αρένα των διεθνών σχέσεων, η συνεργασία και η συνεισφορά ενός μικρού δημοκρατικού κράτους είναι μερικές φορές περισσότερο αξιόπιστη και σταθερή από τις μεταβαλλόμενες και φιλόδοξες απαιτήσεις ενός υποτιθέμενου μεγάλου συμμάχου, είναι άγνωστο. 

 

Hστρατηγική ηγεμονία της Ανατολικής Μεσογείου

 

Η αόριστη πολιτική εντύπωση ότι η επίλυση του Κυπριακού θα συνεισφέρει – μαγικά – στη σταθερότητα της περιοχής είναι υπεραπλουστευμένη αν όχι απερίσκεπτη. Ενώ γενικά θεωρείται ότι η υποτιθέμενη αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων από το νησί – η Άγκυρα επιμένει στην παρουσία τουρκικών στρατευμάτων και εγγυήσεων μετά από μια λύση – θα ήταν μια θετική εξέλιξη σε μια συμφωνία, η επίλυση του Κυπριακού με την διάλυση, αντί της συνταγματικής μετεξέλιξης, της ΚΔ εμπεριέχει βαθύτερες εσωτερικές και περιφερειακές επιπτώσεις.

 

            Πρώτο, η ελληνοκυπριακή πλειοψηφία, η οποία θα απολέσει τη θεμελιώδη ικανότητα της αποτροπής, θα βρεθεί παγιδευμένη σε ένα εξαιρετικά περίπλοκο συνομοσπονδιακό μοντέλο δύο κρατών – ένα λαβύρινθο πολλαπλών συνταγματικών ασαφειών και παρεκκλίσεων από τις αρχές του ΟΗΕ και το κοινοτικό κεκτημένο – και θα μετατραπεί σε όμηρο της τουρκικής ηγεμονίας. Ένα μακρύ παρελθόν τουρκικών αθετήσεων διμερών συμφωνιών, όπως αυτών που αφορούσαν τον ελληνικό πληθυσμό της Μικράς Ασίας (Ίμβρος, Τένεδος, πογκρόμ της Κωνσταντινουπόλεως το 1955, και βίαιες εκδιώξεις του 1964) και τη Συμφωνία της Τρίτης Γενεύης του 1975 για τις 20,000 των Ελληνοκυπρίων εγκλωβισμένων στα κατεχόμενα, θα έπρεπε να ληφθούν πιο σοβαρά από τους ξένους μεσολαβητές και τις ενδιαφερόμενες ξένες κυβερνήσεις.

 

Related image             Δεύτερο, η διάλυση της φιλικής ΚΔ και η αντικατάστασή της από τη ΟΚΔ, δηλαδή ένα προτεκτοράτο κάτω από τη στρατηγική ηγεμονία της Τουρκίας, αυξάνει σημαντικά τα γεωπολιτικά ρίσκα στην Ανατολική Μεσόγειο και υποσκάπτει, αντί να ενισχύει, την περιφερειακή σταθερότητα και ειρήνη. Ακόμα και στην περίπτωση αποστρατιωτικοποίησης του νησιού, όπως προτάθηκε από τον πρόεδρο Κληρίδη – ένα σενάριο το οποίο θα στερήσει την ΟΚΔ από το αναφαίρετο δικαίωμα της αυτοάμυνας, και αντιτίθεται στα βρετανικά συμφέροντα αφού η πλήρης αποστρατικοποίηση λογικά συμπεριλαμβάνει τη διάλυση και εγκατάλειψη των βρετανικών βάσεων – η ασφάλεια του νησιού και η σταθερότητα στην ευρύτερη περιφέρεια δεν εξασφαλίζονται. Ενώ σήμερα η ΚΔ ενεργεί ως πολιτικό ανάχωμα απέναντι στους φιλόδοξους στρατηγικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας, στην ευρύτερη περιοχή, η διακινδύνευση του υφιστάμενου ρόλου της και της συνεισφοράς της έναντι της υποθετικής ελπίδας σταθερότητας είναι τουλάχιστον επιπόλαια. Η εν ψυχρό κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού Su-24, τα αποκλίνοντα συμφέροντα μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας στη Συρία και το Ιράκ, η μονομερής στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία και το Ιράκ, οι απειλές εναντίον της ΕΕ για την προσφυγική κρίση, οι τουρκικές κατηγορίες για αμερικανική ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο, η μεταβαλλόμενη αφοσίωση της Άγκυρας προς τη Δύση και η ραγδαία εμβύθιση της Τουρκίας σε ένα αυταρχικό Ισλαμικό καθεστώς, θα έπρεπε λογικά να είχε προβληματίσει τη Δύση.

 

            Με την απομάκρυνση της ΚΔ από την περιφερειακή εξίσωση, τα γεωγραφικά δεδομένα της Α. Μεσογείου ευνοούν στρατηγικά την Τουρκία. Οι πρόσφατες αναθεωρητικές δηλώσεις του προέδρου Ερτογάν για τη Συνθήκη της Λωζάνης (1923), σκιάζουν όχι μόνο την αφαίρεση της Κύπρου από την εξίσωση ασφαλείας της Λωζάνης, διαμέσου μιας προνομιακής λύσης για την Τουρκία, αλλά ανοίγει την πόρτα για ωμές διεκδικήσεις εναντίον των ελληνικών νησιών του Αιγαίου μετά τη εξάλειψη της Κύπρου από την εύθραυστη ελληνοτουρκική στρατηγική εξίσωση.

 

 Αναμενόμενα, η εξαφάνιση της ΚΔ από την Ανατολική Μεσόγειο θα ενθαρρύνει την απρόκλητη εξάπλωση της τουρκικής ηγεμονίας στην περιοχή. Η Τουρκική Πολεμική Αεροπορία, με ραντάρ αεράμυνας στην Αλέξανδρεττα, το Ανεμούριο και την Αντίφελλο (Kας) και αεροπορικές βάσεις στο Ινσιρλίκ, στο Ικόνιο, στην Αττάλεια και το Ντάλαμαν – θα μπορεί να ελέγχει ανενόχλητη με διάφορες προφάσεις, όπως η τρομοκρατία και η περιφερειακή ασφάλεια, τον εναέριο χώρο από τις ακτές της Λεβαντίνης μέχρι και την Κρήτη. Παράλληλα το μεσογειακό τμήμα του τουρκικού προγράμματος Μακρύς Ορίζοντας (UzunUfuk) – αποτελούμενο από ραντάρ πέραν το ορίζοντα ThalesSuricate-2000 Mk 2 και συστήματα ηλεκτρονικής υποστήριξης DR-3000 R-ESM– το οποίο συμπληρώνεται από παράκτια ναυτικά ραντάρ και αεροπλάνα ναυτικής επιτήρησης, ενθαρρύνει τον έλεγχο των νερών της Ανατολικής Μεσογείου (Σχεδιάγραμμα 2) από το συνεχώς ενισχυόμενο Τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό, οι στρατηγικές βλέψεις του οποίου επεκτείνονται πέρα από τη διαμόρφωση της περιφερειακής ναυτικής δύναμης.

 

Εκμεταλλευόμενη την ασάφεια των δικαιοδοσιών ασφαλείας του προτεινόμενου ομοσπονδιακού κράτους, η προβολή, εκ μέρους της Τουρκίας, εναέριας και θαλάσσιας ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, την νοτιοανατολική ευρωπαϊκή εσχατιά της Δύσης, αναμφίβολα, θα υπονόμευση την υφιστάμενη ισορροπία δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή με απρόβλεπτες συνέπειες στην ασταθή Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική, ειδικά κάτω από το εξελισσόμενο ισλαμικό δόγμα του ΑΚPγια την ανασύσταση της Οθωμανικής ακτινοβολίας. 

 

Η αυξανόμενη προβολή αναθεωρητικών και απειλητικών τάσεων στην πολιτική της Άγκυρας στην περιοχή – όπως η κατάρριψη του τουρκικού RF-4 στον εναέριο χώρο της Συρίας (22 Ιουνίου 2012), η συχνή παρενόχληση ερευνητικών πλοίων στην κυπριακή ΑΟΖ, η αμφισβήτηση των υφιστάμενων συμφωνιών οριοθέτησης των ΑΟΖ της Α. Μεσογείου – δεν προδιαθέτουν μια ήρεμη και ειρηνική περιοχή. Η υφιστάμενη συννενόηση μεταξύ της ΚΔ και του Ισραήλ για τη χρήση του FIR Λευκωσίας από την Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία για ασκήσεις επιχειρησιακής ετοιμότητας θα τερματιστούν· παρομοίως, η εκτεταμένη περιοχή εκπαίδευσης της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας με την Ισραηλινή μεταξύ Κύπρου και Κρήτης θα διακοπεί, ενώ οι απρόσκοπτες δραστηριότητες της Βρετανικής και της Αμερικανικής Αεροπορίας από την ΑΒ Ακρωτήριου μπορεί να αναθεωρηθούν.

 

Σε περίπτωση εμπλοκής ή αδιεξόδου μεταξύ των δύο κρατιδίων ή ακόμη και σε ενδεχόμενη κατάρρευση της ΟΚΔ – όπου η πρώην ΚΔ θα μετατραπεί σε κρατίδιο που αναζητά διεθνή αναγνώριση ενώ η προηγούμενη παράνομη και μη αναγνωρισμένη ‘ΤΔΒΚ’ θα μετατραπεί στην 82η τουρκική περιφέρεια (vilayet) – μια επίδειξη αεροπορικής ισχύος από την Τουρκική Αεροπορία πάνω από τη Λευκωσία θα χρειαστεί 22 μόνο λεπτά από την ΑΒ Ινσιρλίκ. Συγκριτικά, σε ενδεχόμενη κρίση στο χερσαίο ή στον θαλάσσιο χώρο του νησιού, η Ελληνική ΠΑ, με ένα ραντάρ αεράμυνας στο Ζήρο της Κρήτης με μέγιστη εμβέλεια 70 χλμ δυτικά της Πάφου (η ΠΑ δεν θα έχει την ικανότητα πραγματικής αεροπορικής εικόνας πάνω από την Κύπρο σε πραγματικό χρόνο), θα χρειαστεί κατ’ ελάχιστο 60 λεπτά για να βρεθεί πάνω από τη Λευκωσία από την ΑΒ Καστελίου Κρήτης.  

 

Συμπεράσματα

 

Το ζήτημα της ασφάλειας του Κυπριακού, σε αντίθεση με τις επικρατούσες τοπικές αντιλήψεις και τις ξένες εκτιμήσεις, εμπεριέχει κρίσιμες στρατηγικές επιπτώσεις οι οποίες είναι πολύ βαθύτερες από τις αμφιλεγόμενες τουρκικές εγγυήσεις και την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ μετά τη λύση. Η ουσία του ζητήματος βρίσκεται στην επιζητούμενη εξαφάνιση της ΚΔ από την περιοχή – διαμέσου της διάλυσής της αντί της συνταγματικής μετεξέλιξής της – και την εσφαλμένη εντύπωση της Δύσης (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ) και των Ηνωμένων Εθνών, ότι μια ενδεχόμενη συμφωνία θα τερματίσει ένα τοπικό πρόβλημα και θα βελτιώσει τη σταθερότητα στην περιοχή. Υποτιμώντας τον υποβοηθητικό ρόλο της μικρής νησιωτικής Δημοκρατίας στην ασφάλεια της Α. Μεσογείου – ως σταθεροποιητικού παράγοντα στις σχέσεις ΗΠΑ και Ρωσίας και πόλου συνεργασίας μεταξύ του Ισραήλ και των γειτονικών Αραβικών κρατών – και τις επιθετικές, αναθεωρητικές βλέψεις της Τουρκίας στα περιφερειακά ζητήματα, η Δύση και τα Ηνωμένα Έθνη, αδιαφορώντας για την ποιότητα και τις αρχές της προτεινόμενης λύσης και τις στρατηγικές της επιπτώσεις στην ευαίσθητη περιοχή, διακινδυνεύουν την υφισταμένη εύθραυστη αρχιτεκτονική ασφαλείας ελπίζοντας σε ένα καλύτερο μέλλον. 

  • Ο Πέτρος Σαββίδης, υποψήφιος Διδάκτορας Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Birmingham, σχετίζεται με το Τμήμα Ευρωπαϊκών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων και είναι επιμελητής της επιστημονικής επετηρίδας Eastern Μediterranean Geopolitical Review (EMGR) που εκδίδεται από το Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. 

 

ENGLISH TEXT

 

The security question of the Cyprus Problem:

 Strategic implications 

 

Petros Savvides

 

While the security question of the Cyprus problem is a pivotal aspect pertaining to the strategic future of the island and the existential fate of its people, its generic approach as an ordinary element of the negotiating process is simplistic and precarious; threatening, in case of a sloppy solution, not only the disintegration of a prospective Federal Republic of Cyprus (FeROC)[1] but also the subversion of the Eastern Mediterranean security sub-system, the importance of which has significantly increased during the last decade as a consequence of the devastating Middle Eastern mess. Contrary to existing domestic notions and foreign assessments, the security question is much deeper than the controversial issue of Turkish guarantees and the presence of Turkish forces on the EU island member after a solution; since, beyond the security of the two communites on the island, it directly undermines the fragile Greek-Turkish strategic equilibrium, liquidates the existing contributing role of the Republic of Cyprus (ROC) in the Eastern Mediterranean and the wider Near East – including its balanced relations with Washington and Moscow and its creative cooperation with both Israel as well as Egypt, Jordan, Lebanon and the Palestinians – and dissolves the island’s role as a EU security outpost in the volatile region. Eventually leading to the unopposed hegemony of the Eastern Mediterranean by Turkey, the revisionist strategy of which – under its fluctuating self-serving (rather than bilateral) relations with Washington, NATO, EU, Moscow and Jerusalem – will dominate the delicate strategic equilibrium in the region to the detriment of multiple sensitive regional interests.

 

The strategic control of the island

 

Perhaps the essence of Ankara’s long-term strategic conception over Cyprus lies in Professor Ahmet Davutoglu’s 2001 Stratejik Derinlik [Strategic Depth]:

 

The Cyprus Question is neither an ordinary Turkish-Greek ethnic issue nor a simple lingering Turkish-Greek tension. […] the importance of the geographical position of the island from a geostrategic perspective. This axis itself is of vital importance, independently of the human element that exists there. Even if there was not a single Moslem Turk there, Turkey ought to have sustained a Cyprus Question. No country can remain indifferent to such an island that lies in the heart of its vital space.

 

Turkey has been successful in sustaining a Cyprus Problem. Since the formal introduction of Taksim [partition] in the Nihat Erim policy reports of 1956, Ankara – with silent British instigation during the EOKA anti-colonial campaign in the 1950s and Washington’s pro-Greek junta machinations in the 1960s and 1970s – has been successful in using the Turkish-Cypriots on the island, who willingly accepted and still continue to play the role, as a strategic minority in the pursuit of its Eastern Mediterranean objective: the strategic control of Cyprus. Whitehall, and elusively Washington, having safeguarded the strategic use of the island through the Sovereign Base Areas (SBAs) and the Retained Sites, conceived the fettered independence and sovereign existence of the newly formed, crippled, Republic as of minor importance against the grand strategy scheme of Turkey’s geostrategic importance in the context of Cold War. The convenient pretext of the Greek coup against Makarios, after a long intra-Greek rivalry between Athens and Nicosia – amplified by the silent acquiescence of Washington, Whitehall and Moscow during the Cyprus crisis of 1974 – encouraged the Turkish invasion that led to the island’s military partition. 

 

Although Ankara’s intensive efforts for the international recognition of the self-proclaimed, illegal ‘Turkish Republic of North Cyprus’ (‘TRNC’) failed, the transformation of the occupied part of the Republic into ‘one of the most highly militarised areas in the world’, and the presence today of 35,000 Turkish troops, sustained segregation and encouraged the isolation of the Turkish-Cypriot community, that turned into a minority itself in the occupied area as a consequence of the encouraged flood of mainland settlers and nationals. Ankara, having realised the impossibility of its exaggerated solution demands, silently proceeded, during the last decade, into moves on the ground for Plan B, creating a strategic fait accompli for the Greek-Cypriots: either accept a heavily-burdened solution now or suffer the gradual annexation of the occupied area to Turkey in the following years

 

Ankara’s solution prescribes multiple divisive elements and constructive ambiguities that are equivalent to an agreed partition: among them, the dissolve rather than the constitutional evolution of the ROC, the pre-solution recognition of ‘TRNC’, a co-federal structure of almost two distinct states under a loose co-federal scheme, Turkish military guarantees, Turkish forces on the island, the division of the prominent Nicosia Flight Information Region (FIR), and an unclarified jurisdiction for the corresponding Search and Rescue (SAR) region that dominates the Eastern Mediterranean – 36 km from the Haifa coast, covering more than half of the Israeli Exclusive Economic Zone (EEZ). On the other hand, during the last decade, the preparation for the implementation of Ankara’s Plan B was founded on specific measures: a) the Islamisation of the occupied area; b) the encouragement of extensive Turkish investments in ‘TRNC’; c) the control of Turkish-Cypriot utilities by Turkish companies through an imposed privatization; d) the domination of Turkish-Cypriot affairs in the occupied area (Turkish Embassy, coordination office, Turkish directors of local organizations, etc.); e) the regulation of Turkish-Cypriot political behaviour, through the control of funds transfer to the ‘TRNC’ as well as Turkish-Cypriot pensioners and civil servants.

 

Turkish guarantees and mainland forces after a solution

 

Today, two types of guarantees shadow the negotiating process. The first relates to the ROC effort for an international safeguard over the implementation of an agreed solution. While the inter-communal negotiations have been conducted, since June 1968, under the auspices of the UN, importantly the international organization, as well as the EU, while encouraging, even exercising pressure for, a solution, appear unwilling to guarantee its proper implementation. The second pertains to Ankara’s demand – with encouraging Turkish-Cypriot support – for a military guarantee and the presence of Turkish troops on the island EU member after a solution. The Greek-Cypriots, having suffered bitterly by the military occupation of the northern part of the island after the Turkish invasion of 1974, which was carried out under the pretext of Article IV of the Treaty of Guarantee, adamantly refuse any Turkish guarantees or the stationing of Turkish troops after a solution. Ankara tried to obfuscate the critical impact of both issues through a tricky proposition of a (half) guarantee for the Turkish-Cypriot component state and the stationing of mainland forces in a Turkish base. Strengthened by the red-line refusal of the Greek-Cypriot majority over Turkish guarantees and Turkish forces, the GOC rejects both issues. Nicosia considers that the adoption of any type of foreign guarantee is unacceptable, undermining the sovereignty and independence of the proposed federal state; especially by an occupying force – and a non-EU member – for a member state of the UN and the EU.

 

            The other two guarantor powers also differentiated their position from Ankara. Athens, clarified that it considers any type of guarantee as anachronistic and obsolete and is not interested to participate in any guarantee scheme. Whitehall, reiterated its position over the continuation of British sovereignty over the SBAs, with the exception of some areas that may be returned to the component states, and sought to excuse itself from the guarantor burden; by tactfully insinuating that it may discuss the issue only if the parties request it. Remarkably, the selective utilization of the 1960 Treaties of Establishment and Guarantee for the SBAs and Turkish guarantees, by the British and the Turks respectively, excludes the principal issue of ROC’s existance. With the exception of Paris and Moscow, and the recent clear statements by Federica Mongherini, the Turkish demand for the dissolve, rather than the evolution of the ROC, is silently accomodated by Whitehall, Washington and Brussels, which wash their hands over the critical question of the Republic’s future.

 

             Taking into consideration the problematic cohesiveness and declining path of the EU and the selective impartiality of the United Nations, the ROC may wisely seek guarantees, for the unobstructed implementation of an agreed solution and the unfettered sovereignty and independence of a Cypriot federal state, by Her Majesty’s Government and the US Government themselves; both of which strongly encourage the specific federal model for a Cyprus solution. Of course, in order for such guarantee to be binding and have meaning, the British Parliament and the American Congress should respectively ratify them.

 

The contributing role of the Republic of Cyprus

 

Despite the relatively limited size of its territory, the ROC, since its accession to the EU (2004), has been a silent contributing actor in the Eastern Mediterranean, a discreet balancer between global and regional interests. Adhering to the political principles of Brussels it serves the Union’s interests with modesty. Regionally, the ROC has grown into an unthreatening agent of multilateral cooperation promoting bilateral agreements with neighbouring states in vital geopolitical issues such as EEZ delimitation, security, intelligence, energy and commerce; initiatives that have painfully deprived Ankara from the role. Its close bonds with Greece and its friendly relations with Israel, Egypt, Lebanon, Jordan and the Palestinians, have multiplied the levels of regional cooperation, creating a network of stability and regional understanding.

 

Nicosia, a traditional friend of Moscow, recipient of Russian support in the United Nations and the political arena, and – as a consequence of a British and an American arms embargo – importer and user of advanced Russian weaponry, tried to accommodate Russian interests without compromising those of the West. While grateful for the close Russian-Cypriot political relations, Nicosia under pressure, and contrary to press reports, refused to offer special porting facilities to the Russian Navy and limited the air landing of Russian military planes only on emergencies. Similarly, the 7 July resolution of the House of Representatives against the imposed sanctions on Russia was meant as a political compensation to the decision of Nicosia to interrupt a supply of vital importance to Russian interests in the region, after Western interference. 

 

At the same time the ROC, taking advantage of the Turkish-Israeli void, invested on its political and energy relations as well as its security and intelligence cooperation with Jerusalem. The participation of the Israeli Navy in Cypriot Search and Rescue Exercises (SAREX) was soon followed by Suppression of Enemy Air Defence (SEAD) exercises ONESILOS-GEDEON between the Israeli Air Force (IAF) and the Greek-Cypriot National Guard (NG), and CSAR (Combat SAR) exercises on Cypriot soil. The recent order for an Offshore Patrol Vessel (OPV) from Israel is also an indication of the developing cooperation between the two neighbouring states.

 

During the last years, the overt as well as the unseen cooperation with Washington increased significantly. Beyond the US interest for the Cypriot EEZ, the positive response of Nicosia towards American interests over security and anti-terrorism affairs in the Eastern Mediterranean, as well as the ROC readiness to accommodate American requests over sensitive military issues in the Middle East, led to a discreet bilateral understanding. Without relaxing the restrictions on arms sales to Cyprus, Washington strengthened its ties and cooperation with ROC over security, intelligence and anti-terrorism. For the very first time a NG officer was invited in specialized military educational programs abroad, while USN Sixth Fleet ships participate in joint CYPUSA SAREX under the Larnaca Joint Rescue Coordination Center (JRCC).

 

A similar security opening to Nicosia was encouraged by Whitehall. Easing its arms sale restrictions to Cyprus, it permitted the procurement of Accuracy International precision rifles by the NG, while a full scholarship was awarded to a Greek-Cypriot officer for the Royal College of Defence Studies (RCDS) in London by the British Ministry of Defence. Beyond the joint CYPUK SAREX, Whitehall, not without a reason, indicated an intimate interest to participate in the joint NG-IAF exercise ONESILOS-GEDEON and proposed the exchange of the air tactical situation recorded by its Air Defence (AD) radars on Olympus and Akrotiri with that of the NG AD radars. In February and again in September 2016, elite squadrons of 22 Special Air Service (SAS) and the Special Boat Service (SBS) were trained in anti-terrorist operations, in the company of NG elite elements, on Cypriot soil under exercise CHAMELEON.

 

The unthreatening presence of the ROC in the strategic Eastern Mediterranean as well as its willingness to contribute positively to regional security affairs and to cooperate with major global powers for the stability of the area has been noted in the West. Whether though it was acknowledged that, in the grand perception of global affairs, the cooperation and contribution of small, democratic and unambitious, states is sometimes more reliable and stable than the fluctuating and ambitious demands of grand allies, it is not known.

 

The strategic domination of the Eastern Mediterranean

 

The abstract political perception that a solution of the Cyprus Problem will – magically – contribute to the stability of the area is oversimplified if not unthoughtful. While it is generally considered that the assumed abandonment of the island by the Turkish occupation forces – Ankara insists on the presence of Turkish forces and guarantees after a solution – would be a positive step towards a compromise settlement, the resolution of the Cyprus Problem with the liquidation, rather than the constitutional evolution, of the ROC will have explicit internal and regional implications.

 

Firstly, the Greek-Cypriot majority of the island– that would be stripped of any deterrence – will find itself entrapped in an extremely compex con-federal model of two states, a labyrinth of multiple constitutional ambiguities and deviations from existing UN and EU principles, and will eventualy turn into a hostage to Turkish domination and political caprice. A long history of Turkish disrespect towards bilateral agreements – such as those involving the Greek population in Asia Minor (Imvros and Tenedos, Istanbul pongrom of 1955, and violent expulsions in 1964) as well as the Third Geneva Agreement of 1975 regarding the enclaved Greek-Cypriots in the occupied area – should have been taken more seriously by foreign emissaries and interested governments.

 

Secondly, the dissolve of friendly ROC, and its substitution by a protectorate FeROC under the strategic domination of Turkey, increases significantly the geopolitical risks in the Eastern Mediterranean by undermining rather than strengthen regional stability and peace. Even on the eventuality of the demilitarization of the island as was proposed by president Glafkos Clerides – a scenario that would deprive the FeROC of the inherent right of self-defence and would be contradictory to British interests since a complete demilitarization would logically prescribe the dissolve and abandonment of the SBAs – the security of the island and stability in the wider region will not be safeguarded. While the ROC serves as a political, rather than a military, bulwark to the ambitious strategic designs of Ankara in the wider region, the gambling of its existing role with the hope of stability is extremely risky. The shooting down of the Russian jet, the diverging objectives between Ankara and Washington over Syria, the uninvited military intrusion of Turkey in Syria and Iraq, the threatening of the EU over the refugee crisis, Turkish accusations about American implication in the July coup attempt, Ankara’s fluctuating loyalty to the West, and Turkey’s gradual immersion into an autocratic Islamic regime, should have logically alarmed the West.

 

In the absence of the ROC, the geographic particularities of the Eastern Mediterranean strategically favour Turkey. Erdogan’s recent insinuation for the revision of the Treaty of Lausanne throws its dark shadow not only on the removal of Cyprus from the Lausanne security arrangement, through a pro-Turkish privileged solution, but also opens the door for further claims over the Greek islands in the Aegean after the elimination of Cyprus from the fragile Greek-Turkish strategic equation.            The disappearance of the ROC from the Eastern Mediterranean will encourage the unchallenged expansion of Turkish hegemony in the region.

 

The Turkish Air Force (TAF) – with AD radars at Iskenderun, Anamur and Kas, and Air Bases (AB) at Incirlik, Konya, Antalya and Dalaman – will control the airspace from the shores of the Levant up to Crete. Furthermore, the Mediterranean section of the Turkish Maritime Integrated Surveillance System (TIMSS) of the Long Horizon (Uzun Ufuk) program – that consists of Thales Suricate-2000 Mk 2 Over the Horizon Radars (OTH-R) and DR-3000 R-ESM systems – which is complimented by coastal radars and Maritime Patrol Aircraft (MPA), encourages the control of the Eastern Mediterranean waters under the domination of the continually growing Turkish Navy, the strategic ambitions of which expand beyond its transformation to a regional naval power. Taking advantage of the ambiguity concerning the security instuments of a prospective FeROC, the tempting projection of Turkish air and maritime power in the Eastern Mediterranean, which is the far southeastern European bastion of the West, will undermine the existing balance of power in the region with unpredicted consequences on the unstable neighbouring Middle East and North Africa, especially under AKP’s evolving Islamic dogma for the ressurection of Ottoman glamor. 

 

The already increasingly assertive, and often interruptive or threatening, policies of Ankara in the region – the shooting down of a TAF RF-4 by Syria on 22 June 2012, the shooting down of a Russian Su-24 over Syria in November 2015, the frequent harassment of foreign research vessels in Cypriot EEZ, the questioning of existing delimitation agreements, etc. – will not ensure a tranquil region. The existing arrangements between the ROC and Jerusalem for IAF readiness exercises in the Nicosia FIR will almost certainly be nullified; similarly the extensive training exercise area of the Hellenic Air Force (HAF) and IAF, between Israel and Crete, will be disrupted, while the unopposed activities of RAF and USAF from Akrotiri AB may be challenged. 

 

On the eventuality of a deadlock between the two component states or even the collapse of the FeROC – where the former ROC will turn into a homeless state in search of international recognition and the previously illegal and unrecognized ‘TRNC’ into a Turkish province – an air demonstration by the TAF over Greek-Cypriot cities will require no more that 22 minutes from Incirlik AB.  Comparatively, in case of an emergency on the ground or at sea, the HAF with an AD Radar at Ziros Crete, the maximum range of which is about 70 km west of the Paphos shore (meaning that the HAF will not have a real time capability of monitoring Cypriot airspace as Turkey), will require a minimum of 60 minutes to reach Nicosia from Kastelli AB at Crete.

 

Conclusion

 

The security question of the Cyprus Problem, contrary to domestic perceptions and foreign assessments, contains critical strategic implications that are much deeper than the controversial aspects of Turkish guarantees and the presence of Turkish forces on a EU member state after a solution. The core of the problem is founded on the sought disappearance of the ROC from the region – through its liquidation, rather than its constitutional evolution, in a prospective solution of the Problem – and the fallacious assumptions of the West (US, NATO, EU) and the United Nations that an agreement will end an intractable local problem and enhance stability in the sensitive region. Underestimating the unthreatening and contributing role of the small island Republic in the stability and security of the Eastern Mediterranean – as an asset of balanced relations between the US and Russia and cooperation between Israel and neighbouring states – as well as the aggressive ambitions of Turkey in regional affairs, the West and the UN wash their hands over the quality of the encouraged solution and its strategic consequences on the volatile region. 

 

 Petros Savvides, PhD cand. (Birmingham), MPhil (Glasgow), is affiliated with the Department of European Studies and Interntaional Relations and is the Editor of the scholarly journal Eastern Mediterranean Geopolitical Review (EMGR) of the Cyprus Center of European and International Affairs of the University of Nicosia.

 

18.11.2016

 

 

 

 

 


 

.

 


VIDEO: ΣΧΟΛΙΟ / COMMENTARY

Συσχετισμός Δυνάμεων Ελλάδας - Τουρκίας 2020. Διάλογος ή Πόλεμος;

24.07.2020

 

Πηγή: http://www.omegatv.com.cy


Επέτειος Ανεξαρτησίας Κυπριακής Δημοκρατίας

01.10.2018

 

Πηγή: http://cybc.com.cy


Τουρκικά στρατεύματα, ασφάλεια και εγγυήσεις.

29.01.2017

 

Πηγή: http://www.cybc-media.com

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ / IMPORTANT

  • ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2023 ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2023
    31 Οκτωβρίου 2023
    Τα στρατιωτικάδεδομένα στην Κύπρο to 2023 όσον αφορά τις Τουρκικές Κατοχικές Δυνάμεις, παραμένουν στα επίπεδα των προηγούμενων χρόνων με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, αλλά και πιο δυσμενή για την Εθνική Φρουρά. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα από την παρουσίαση και ανάλυση των στρατιωτικών στοιχείων της έκθεση του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών.
    περισσότερα / more
  • Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ: ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ: ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ
    06 Σεπτεμβρίου 2016
    H επίλυσης του προβλήματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων στο Κυπριακό προσομοιάζει με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου. Το αποτέλεσμα όμως θα κριθεί από τους συσχετισμούς δυνάμεων και την ικανότητα των μερών να στηρίξουν τις θέσεις τους στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, προσμετρώντας το κόστος και το όφελος των προτεινόμενων επιλογών.
    περισσότερα / more
  • ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ 2014 / THE MILITARY FORCES OF GREECE AND TURKEY 2014 ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ 2014 / THE MILITARY FORCES OF GREECE AND TURKEY 2014
    25 Ιουλίου 2014
    (ENGLISH TEXT AT THE END) Η στρατιωτική υπεροχή της Τουρκίας έναντι της Ελλάδος δεν είναι τέτοια που να προεξοφλεί ότι θα είναι υπέρ της το αποτέλεσμα μιας μεταξύ τους αναμέτρησης. Ωστόσο οι δραστικές περικοπές στην άμυνα διαβρώνουν την ελληνική θέση όπως υποδηλοί τελευταία μελέτη του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών για τις δύο χώρες.
    περισσότερα / more

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ / ANNOUNCEMENTS